Κυριακή 9 Νοεμβρίου 2014

«Aπαγορεύεται στους Εβραίους γιατρούς να ασκούν το επάγγελμά τους»



[Αναδημοσίευση από την ιστοσελίδα http://popaganda.gr/apagorevete-stous-evreous-giatrous-na-askoun-epangelma-tous/ στις 12.11.2013]



75 χρόνια μετά τη Νύχτα των Κρυστάλλων,σε μια γειτονιά του Βερολίνου οι πινακίδες υπενθυμίζουν τους νόμους που ρύθμιζαν ασφυκτικά τη ζωή των Εβραίων

“Οι εβραϊκοί εκδοτικοί οίκοι και τα εβραϊκά βιβλιοπωλεία θα έχουν κλείσει έως το τέλος του έτους”. Δεκέμβριος 1938
Ο Νοέμβριος είναι μήνας μνήμης στο Βερολίνο. Με μια σειρά από εκδηλώσεις , ομιλίες και εκθέσεις η πόλη θυμάται τα γεγονότα που σημάδεψαν την αρχή του Ολοκαυτώματος: Από τη Νύχτα των Κρυστάλλων μας χωρίζουν 75 χρόνια. Είναι ωστόσο ανακριβές ότι το ανελέητο προγκρόμ που οι άνδρες των SA εξαπέλυσαν τη νύχτα της 9ης Νοεμβρίου, πήρε τέλος με την αυγή της 10ης. Το πλιάτσικο, στα χιλιάδες διαλυμένα καταστήματα, τα νοσοκομεία, τα σχολεία και τις συναγωγές, συνεχίστηκε στο φως των επόμενων ημερών. Από εκείνη τη νύχτα και μετά οι εξελίξεις ήταν καταιγιστικές.

Αλλά δεν αιφνιδιάστηκαν οι Γερμανοί με τα γεγονότα της 9ης Νοεμβρίου, με κανέναν τρόπο. Αυτή ήταν μια αγριότητα που βρισκόταν ήδη πέντε χρόνια σε εξέλιξη, με θεατές το σύνολο του γερμανικού πληθυσμού. Κανείς δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι δεν γνώριζε. Το 1938 δεν έχουμε φτάσει ακόμη στα κρεματόρια. Υπάρχει ακόμη χρόνος. Τίποτε δεν έγινε από τη μια μέρα στην άλλη. Κι όμως αυτή η πτυχή υποβαθμίζεται, καθώς οι αφηγήσεις που έχουν την ευρύτερη διάδοση αφορούν αναπόφευκτα τα στρατόπεδα θανάτου. Είναι εύκολο να ξεχάσει κανείς τι ακριβώς ήταν εκείνο που οι χριστιανοί γείτονες και φίλοι των Εβραίων της Γερμανίας “γνώριζαν” και παρακολουθούσαν επί χρόνια.

“Απαγορεύεται η κυκλοφορία νεαρών Εβραίων σε ομάδες μεγαλύτερες των 20 ατόμων”. 10.7.1935


Υπάρχει στην πόλη ένα μοναδικό δημόσιο μνημείο που σε αναγκάζει να φανταστείς ότι είσαι Βερολινέζος στη ναζιστική Γερμανία. Η Βαυαρέζικη Γειτονιά, στο Σένεμπεργκ του Δυτικού Βερολίνου, είναι σπαρμένη με 80 πινακίδες πάνω στις οποίες αναγράφονται μερικοί μόνο από τους αμέτρητους νόμους και κανονισμούς που ξεκινώντας από το 1933 ρύθμιζαν ασφυκτικά τη ζωή των Εβραίων. Εδώ, σε αυτή τη γειτονιά με την έντονη πνευματική και καλλιτεχνική ζωή όπου ζούσαν πολλοί Εβραίοι της μεσαίας και ανώτερης τάξης, οι ναζί συγκέντρωσαν 6.000 Εβραίους τους οποίους είχαν εκδιώξει από τα σπίτια τους στο υπόλοιπο Βερολίνο. Τους εγκατέστησαν σε κτίρια που ονομάστηκαν  “Εβραιόσπιτα”. Ήταν ο τελευταίος τόπος διαμονής τους πριν φορτωθούν στα τρένα για τα στρατόπεδα.


Αλλά δεν αιφνιδιάστηκαν οι Γερμανοί με τα γεγονότα της 9ης Νοεμβρίου, με κανέναν τρόπο. Αυτή ήταν μια αγριότητα που βρισκόταν ήδη πέντε χρόνια σε εξέλιξη, με θεατές το σύνολο του γερμανικού πληθυσμού. Κανείς δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι δεν γνώριζε.


Οι “Τόποι της Μνήμης”, όπως ονομάζεται το μνημείο που δημιούργησαν το 1993 η Ρενάτα Στι και Φρέντερικ Σνοκ, ένα ζευγάρι εικαστικών που κατοικούν στο Σένεμπεργκ, δεν περιλαμβάνονται στη λίστα με τους χώρους μνήμης που επιβάλλεται να δει κανείς όταν επισκέπτεται το Βερολίνο. Μακριά από το hip πρώην ανατολικό Μίτε και το Κρότσμπεργκ της έντονης νυχτερινής ζωής, παραμένει ένας χώρος μνήμης τον οποίο διασχίζουν κυρίως οι μόνιμοι κάτοικοι της πόλης. Ίσως είναι καλύτερα, πάντως, να βρεθεί κανείς εδώ απροετοίμαστος για την εμπειρία. Να σταθεί τυχαία μπροστά σε μια από τις πινακίδες που είναι στερεωμένες στις λάμπες του δρόμου.

 
”Τα Εβραιόπουλα επιτρέπεται να χρησιμοποιούν τα δημόσια μέσα συγκοινωνίας μόνο εάν το σχολείο τους απέχει περισσότερο από 5 χλμ από την κατοικίας τους”.


Τι γυρεύει η ζωγραφιά ενός βιβλίου εκεί πάνω; Μια από αυτές τις απλές, καθαρές ζωγραφιές που περιμένεις να βρεις σε ένα παιδικό αναγνωστικό. Aπαγορεύεται στους Εβραίους να αγοράζουν βιβλία”, διαβάζεις από την άλλη μεριά.

Λίγα μέτρα παρακάτω, σε μια άλλη πινακίδα είναι ζωγραφισμένο ένα θερμόμετρο. “Απαγορεύεται στους Εβραίους να ασκούν το ιατρικό επάγγελμα”, είναι η άλλη όψη.

Δυο – τρεις δρόμους παραπέρα, άλλες πινακίδες: “Τα Εβραιόπουλα επιτρέπεται να χρησιμοποιούν τα δημόσια μέσα συγκοινωνίας μόνο εάν το σχολείο τους απέχει περισσότερο από 5 χλμ από την κατοικίας τους” γράφει η μία.

Αυτή, όμως, ήταν η αρχή. “Απαγορεύεται στα Εβραιόπουλα να πηγαίνουν σε δημόσια σχολεία”, σε άλλη πινακίδα. Η απαγόρευση τέχθηκε σε ισχύ στις 15.11.1938, λίγες μέρες μετά τη Νύχτα των Κρυστάλλων. Στην ίδια πινακίδα: “Τους απαγορεύεται να πηγαίνουν σε οποιοδήποτε σχολείο”, 20.6.1942.



Οι “Τόποι της Μνήμης”, όπως ονομάζεται το μνημείο που δημιούργησαν το 1993 η Ρενάτα Στι και Φρέντερικ Σνοκ,  δεν περιλαμβάνονται στη λίστα με τους χώρους μνήμης που επιβάλλεται να δει κανείς όταν επισκέπτεται το Βερολίνο. Ίσως είναι καλύτερα, πάντως, να βρεθεί κανείς εδώ απροετοίμαστος για την εμπειρία. Να σταθεί τυχαία μπροστά σε μια από τις πινακίδες που είναι στερεωμένες στις λάμπες του δρόμου.



Έξω από μια εκκλησία, η πινακίδα γράφει ότι Η βάφτιση και η προσχώρηση Εβραίων στον χριστιανισμό δεν έχει καμία σημασία σε ό,τι αφορά το φυλετικό ζήτημα” . Και λίγα μέτρα πιο κάτω, έξω από μια από τις αμέτρητες παιδικές χαρές αυτής πόλης, διαβάζεις ότι: “Παιδιά της άριας φυλής απαγορεύεται να παίζουν μαζί με παιδιά που δεν ανήκουν στην άρια φυλή”. 1938

 
“Η βάφτιση και η προσχώρηση Εβραίων στον χριστιανισμό δεν έχει καμία σημασία για το φυλετικό ζήτημα”.

Είναι μια ολόκληρη μικρή γειτονιά. Καθώς βαδίζεις ανάμεσα σε ανθρώπους που έχουν βγάλει βόλτα το σκυλί τους, ποδηλάτες και ηλικιωμένες κυρίες που επιστρέφουν από τα μαγαζιά, δεν μπορείς να αποφύγεις τη σκέψη: Εκείνοι, όπως και εσύ, θα μπορούσατε να είστε κάποιοι από τους Βερολινέζους που κάθε μέρα, επί χρόνια ολόκληρα, παρακολουθούσαν τον παραλογισμό και τη βαναυσότητα να οδεύουν προς την κορύφωσή τους. Καθόλου τυχαία, οι δύο καλλιτέχνες έχουν χρησιμοποιήσει παντού τον ενεστώτα: “Απαγορεύεται στους Εβραίους…”


Καθώς βαδίζεις ανάμεσα σε ανθρώπους που έχουν βγάλει βόλτα το σκυλί τους, ποδηλάτες και ηλικιωμένες κυρίες που επιστρέφουν από τα μαγαζιά, δεν μπορείς να αποφύγεις τη σκέψη: Εκείνοι, όπως και εσύ, θα μπορούσατε να είστε κάποιοι από τους Βερολινέζους που κάθε μέρα, επί χρόνια ολόκληρα, παρακολουθούσαν τον παραλογισμό και τη βαναυσότητα να οδεύουν προς την κορύφωσή τους



“Απαγορεύεται στα Εβραιόπουλα να πηγαίνουν σε δημόσια σχολεία”. 15.11.1938
“Τους απαγορεύεται να πηγαίνουν σε οποιοδήποτε σχολείο”. 20.6.1942
Μερικοί από τους νόμους και κανονισμούς  που αναγράφονται στις πινακίδες:

“Οι Εβραίοι απαγορεύεται να αγοράζουν βιβλία”, 9.10.1942


 “Οι Εβραίοι μπορεί να υποχρεωθούν να εγκαταλείψουν την κατοικία τους χωρίς προειδοποίηση ή εξηγήσεις. Είναι πιθανό να μετακομίσουν υποχρεωτικά στα αποκαλούμενα “Εβραιόσπιτα”” 30.4.1939


  “Κάθε Εβραίος υποχρεούται να πάρει και το όνομα Ισραήλ. Κάθε Εβραία  υποχρεούται να πάρει και το όνομα Σάρα.”


 ”Απαγορεύεται η κυκλοφορία νεαρών Εβραίων σε ομάδες μεγαλύτερες των 20 ατόμων”. 10.7.1935


“ Τα Εβραιόπουλα επιτρέπεται να χρησιμοποιούν τα δημόσια μέσα συγκοινωνίας μόνο εάν το σχολείο τους απέχει περισσότερο από 5 χλμ από την κατοικίας τους”.


“Απαγορεύεται στα Εβραιόπουλα να πηγαίνουν σε δημόσια σχολεία”. 15.11.1938


“Τους απαγορεύεται να πηγαίνουν σε οποιοδήποτε σχολείο”. 20.6.1942


 ”Απαγορεύεται στους Εβραίους να έχουν οικιακά ζώα”. 15.5.1942


 ”Απαγορεύεται στους Εβραίους γιατρούς να ασκούν το επάγγελμα.” 25.7.1938


 ”Η βάφτιση και η προσχώρηση Εβραίων στον χριστιανισμό δεν έχει καμία σημασία για το φυλετικό ζήτημα”.


 ”Παιδιά της άριας φυλής απαγόρευεται να παίζουν μαζί με παιδιά που δεν ανήκουν στην άρια φυλή”. 1938


“Οι εβραϊκοί εκδοτικοί οίκοι και τα εβραϊκά βιβλιοπωλεία θα έχουν κλείσει έως το τέλος του έτους”. Δεκέμβριος 1938


“Στην Βαυαρέζικη Πλατεία, οι Εβραίοι επιτρέπεται να κάθονται μόνο στα παγκάκια που φέρουν την κίτρινη ένδειξη”.
“Απαγορεύεται στους Εβραίους γιατρούς να ασκούν το επάγγελμα.” 25.7.1938





Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2014

30 Οκτωβρίου 1944-Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τη γερμανική κατοχή


Στις 30 Οκτωβρίου συμπληρώνονται εβδομήντα χρόνια από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τη γερμανική κατοχή. 
Στο βίντεο που ακολουθεί μπορείτε να παρακολουθήσετε τα γεγονότα της απελευθέρωσης της πόλης, όπως τα διηγείται ένας από τους συμμετέχοντες στις μάχες με τα γερμανικά στρατεύματα: 
Παρακάτω ο λογοτέχνης Γιώργος Ιωάννου, από το βιβλίο του Το δικό μας αίμα περιγράφει τις πρώτες στιγμές μετά την απελευθέρωση της πόλης: «Από την οδό της Αγίας Σοφίας κατέβαιναν, σαρώνοντας τις γειτονιές, τα παιδιά του Κουλέ Καφέ, του Αγίου Παύλου, της Ακρόπολης, της Κασσάνδρου. Το Τσινάρι, Εσκί-Ντελίκ, Προφήτης Ηλίας, Διοικητήριο κατέβαιναν τη Βενιζέλου. Από το Βαρδάρι πάλι ερχόταν, ξιπόλητη, ρακένδυτη, πειναλέα, σπαρταρώντας από ενθουσιασμό, η Ραμόνα, η Επτάλοφος, ο παλιός Σταθμός, η Νεάπολη, η Σταυρούπολη, ενώ αντίθετα, από ανατολικά κατάφταναν μέσα σε σκόνη και αλαλαγμό, με τρομπέτες, παντιέρες, λάβαρα και χωνιά η Τούμπα, η Αγία Φωτεινή, η Ευαγγελίστρια, η Τριανδρία, ακόμα και η τόσο μακρινή Καλαμαριά. Πλημμύρισαν δρόμοι και πλατείες. Πανζουρλισμός. Φιλιόμασταν, αγκαλιαζόμασταν, χαϊδευόμασταν, δεν ξέραμε τι λέμε από την ταραχή μας. Λέγαμε «Χριστός Ανέστη», λέγαμε «Ελευθερία», «Ποτέ ξανά». Σάμπως να ’ταν στο χέρι μας, αλλά έτσι νομίζεις σε τέτοιες στιγμές […]».


Όμως για κάποιους και για κάποιες η στιγμή αυτή δεν ήρθε ποτέ. Ήταν οι Εβραίοι και οι Εβραίες κάτοικοι της πόλης που δολοφονήθηκαν από τους Γερμανούς στο Άουσβιτς.   

Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2014

Εν ταις ημέραις εκείναις - Ο Γιώργος Ιωάννου για τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης



Έγραψα εδώ, κατά μήνα Φεβρουάριο του 1983, όσα είδα και διεπίστωσα ο ίδιος για τον διωγμό των Εβραίων της Θεσσαλονίκης από τους Γερμανούς.

Και τα έγραψα μόνον για τους αθώους εκείνους και για κανέναν άλλο…

Γιώργος Ιωάννου, Φεβρουάριος 1983



Αποσπάσματα από το αφήγημα του Γιώργου Ιωάννου «Εν ταις ημέραις εκείναις», από το βιβλίο του Η πρωτεύουσα των προσφύγων (εκδόσεις Κέδρος). 


«Θα προσπαθήσω ώστε η κατάθεσή μου αυτή για τον διωγμό και την εξόντωση των Εβραίων της Θεσσαλονίκης επί γερμανικής κατοχής να είναι ξερή -ξερή και στεγνή- χωρίς ιστορικές και φιλολογικές επεκτάσεις ή αμφίβολα ακούσματα. Και όλα αυτά από σεβασμό προς το φριχτό μαρτύριό τους, που μόνο το πένθος και την άκρα σοβαρότητα εμπνέει».



«Πρώτα πρώτα, από την αρχή της κατοχής εμφανίστηκαν σε ορισμένα μαγαζιά, και μάλιστα της Τσιμισκή, κάτι τυπωμένα χαρτόνια, που έγραφαν: “Οι Εβραίοι είναι ανεπιθύμητοι”. Τα χαρτόνια αυτά τα έβαζαν στο τζάμι της βιτρίνας και της εισόδου. Στην αρχή αυτό μας έκανε εντύπωση, άσχημη εντύπωση, αλλά γρήγορα το συνηθίσαμε, καθώς είχαμε κάθε μέρα και νέα βάσανα. Στο κάτω κάτω εμείς δεν ήμασταν Εβραίοι …
Ύστερα μάθαμε πως στην πλατεία Ελευθερίας -τι ειρωνική σύμπτωση!- οι Εβραίοι έπαθαν από τους Γερμανούς μεγάλη νίλα κάποιο πρωινό. Αυτά όλα τα μαθαίναμε από τον κόσμο. Οι Εβραίοι του σπιτιού μας δεν έβγαζαν άχνα. Εκείνος όμως ο κύριος Σιντώ είχε μείνει πετσί και κόκαλο.
Κάποιο χειμωνιάτικο πρωί αντικρίσαμε ξαφνικά ορισμένους να κυκλοφορούν στους δρόμους μ’ ένα μεγάλο πάνινο κίτρινο άστρο στο μέρος της καρδιάς. Ήτανε οι Εβραίοι που είχαν πάρει διαταγή να το φορούν και στην παραμικρή τους μετακίνηση, αλλιώς κινδύνευαν. Και αυτό τότε δεν σήμαινε τίποτε άλλο από θάνατο. Οι Εβραίοι του σπιτιού μας και πάλι δεν έβγαζαν άχνα. Νόμιζαν ίσως πως με την άκρα υπομονή και ταπείνωση θα κατόρθωναν να κάμψουν τον παράφρονα διώκτη τους.
Η Θεσσαλονίκη για αρκετές ημέρες, όχι περισσότερες από μήνα, είχε πλημμυρίσει από κίτρινα, κινούμενα άστρα. Πραγματικά ήταν πολύ καλομελετημένο το σημάδι. Διακρινόταν από πολύ μακριά
».



«Καθώς, λοιπόν, δεν είχαμε Εβραίους, οι συμμαθηταί μου δεν ενδιαφέρονταν για τα παθήματά τους, γι’ αυτό και εγώ δεν μιλούσα καθόλου για όσα έβλεπα και άκουγα στη γειτονιά μου. Ακολουθούσα ασυναίσθητα την τακτική σιωπής των Εβραίων απέναντι σε τρίτους. Το ίδιο έκαμνα και στα συσσίτια των κατηχητικών σχολείων, όπου έτρωγα κάθε μεσημέρι. Δεν γινόταν λόγος και δεν μιλούσα. Και δεν νομίζω πως ήταν από φόβο. Δεν είχαμε συναίσθηση του κινδύνου.
Έτσι δεν είπα τίποτε, όταν κάποια μέρα είδα στην πόρτα του διαμερίσματος των Εβραίων κολλημένο απέξω ένα χαρτί, που έγραφε τα ονόματα αυτών που κατοικούσαν μέσα. Το ονόματα ήταν πολύ περισσότερα από όσα ξέραμε κι έτσι μάθαμε πως μέσα στο διαμέρισμα είχαν εγκατασταθεί -άθελά τους, βέβαια- και άλλες οικογένειες Εβραίων, από άλλες γειτονιές, μη εβραϊκές, όπου ήταν δύσκολο να φρουρούνται.
Η γειτονιά μας, λοιπόν, το Ταυ αυτό που περιέγραψα πρωτύτερα, γινόταν, γκέτο εβραϊκό. Ταυτόχρονα, στις εξόδους του Ταυ -Χαλκέων, Βενιζέλου και Φιλίππου- έκαναν την εμφάνισή τους σκοποί χωροφύλακες -δικοί μας χωροφύλακες- που φρουρούσαν μέρα και νύχτα. Αυτό σήμαινε ότι οι Εβραίοι και με το άστρο ακόμα δεν μπορούσαν να κυκλοφορούν στην πόλη, παρά μόνο στο γκέτο τους. Κι αυτό, βέβαια, ορισμένες ώρες. Τώρα, φαντάζομαι, ότι θα είχαν δημιουργηθεί και πολλά άλλα τέτοια γκέτο. Έτσι, οι Εβραίοι, όπου βρέθηκαν, βρέθηκαν. Δεν μπορούσαν πια να πάνε ούτε στα μαγαζιά τους, ούτε στους συγγενείς τους, αν αυτοί έμειναν σε άλλο γκέτο, ούτε στα ψώνια τους. Έπαψαν σχεδόν να κυκλοφορούν.
Κλεισμένοι στα σπίτια τους, καρτερούσαν. Στους δρόμους του γκέτο, εκτός από μας, κυκλοφορούσαν, και μάλιστα με ζωηρότητα, ορισμένοι νεαροί Εβραίοι, με ένα κίτρινο περιβραχιόνιο στο μπράτσο. Ήταν, φαίνεται, ένας είδος πολιτοφύλακες, που τους είχε ορίσει η Κοινότητα, ίσως και οι Γερμανοί. Τους μισούσαμε, πάντως, χωρίς να ξέρουμε ακριβώς το λόγο. Η κινητικότητα και η αυτοπεποίθησή τους τούς έκαμνε ύποπτους στα μάτια μας. Και μάλλον είχαμε δίκαιο, γιατί μερικοί από αυτούς έκαναν την εμφάνισή τους στη γειτονιά και μετά το μάζεμα των Εβραίων, έχοντας πάντα το ίδιο ύφος. Ύστερα δεν ξαναφάνηκαν.
Οι υπόλοιποι, εμείς, μπαινοβγαίναμε στο μεταξύ ελεύθερα από το γκέτο. Εγώ πήγαινα κανονικά στο σχολείο και οι δικοί μου στις διάφορες δουλειές. Ουδείς μας εμπόδισε, ούτε μας ζήτησε ποτέ ταυτότητα. Και μήπως είχαμε ταυτότητα; Γι’ αυτό πιστεύω πάντοτε, πως ακόμα και την ύστατη εκείνη στιγμή ήταν αρκετά εύκολη η διαφυγή πολλών Εβραίων. Βέβαια, υπήρχαν εκείνες οι καταστάσεις στην πόρτα. Αλίμονό τους αν δεν βρίσκονταν σωστοί σε μια καταμέτρηση
».



«Ώσπου ένα ξημέρωμα του Απριλίου, ιδιαίτερα νομίζω γλυκό, ξέσπασε το μέγα κακό. Ένα μεγάφωνο ουρλιάζει στο δρόμο. “Όλοι οι Εβραίοι στις πόρτες. Έτοιμοι προς αναχώρηση!”. Είναι το αυτοκίνητο της προπαγάνδας, ένα μαύρο “Όπελ”. Λαρυγγώδεις φωνές, κτηνώδη προστάγματα γερμανικά. Είμαστε μπλοκαρισμένοι. Κρυφοκοιτάζοντας βλέπουμε Γερμανούς των SS και εκείνους τους λεγόμενους “πεταλάδες” να ανεβοκατεβαίνουν βιαστικά στα σπίτια, κραυγάζοντας άγρια και βροντολογώντας τις πόρτες. “Τους παίρνουν τους Εβραίους!”.
Ντυνόμαστε όπως όπως και κατεβαίνουμε από το πέμπτο πάτωμα στο δεύτερο, όπου επικρατούσε θρήνος και σύγχυση. Οι καινούργιοι Εβραίοι είχαν κιόλας κατεβεί και έτσι δεν τους είδαμε. Έμεναν οι δικοί μας, που βρίσκονται σε αλλοφροσύνη. Αλλοφροσύνη όχι τόσο απελπισίας, όσο ετοιμασίας. Να μην ξεχάσουν τίποτε από τα απαραίτητα, από όσα είχαν σκεφθεί. Τα βασικά τα έχουν, βέβαια, έτοιμα, από μέρες αμπαλαρισμένα, αλλά τρέχουν αλλόφρονες για τα ψιλοπράγματα. Η κυρία Σιντώ βράζει αυγό για τον Ίνο, θα είναι το τελευταίο του. Του το μπουκώνει, ενώ από την εξώπορτα κάτω έρχονται κτηνώδεις προσταγές. Οι πόρτες όλες ορθάνοιχτες, σύμφωνα με τη διαταγή. Όσοι κρυφοκοίταζαν από τα παράθυρα είδαν τις ίδιες στιγμές τους Γερμανούς να τραβοκοπούν τους Εβραίους από τα σπίτια της οδού Σιατίστης και να τους σέρνουν στη φάλαγγα. Ιδίως είδαν γέρους και γριές, που τους τραβοκοπούσαν με τα νυχτικά. Στο δεύτερο πάτωμα έχουν κατεβεί και από τα άλλα πατώματα συγκάτοικοι, γυναίκες κυρίως. Φιλιούνται σταυρωτά με την κυρία Σιντώ. Μια δικιά μας σταυροκοπιέται και λέει δυνατά: “Μάρτυς μου ο Θεός, θα σας τα δώσω πίσω όλα”. Φαίνεται της έχουν εμπιστευθεί πράγματα και μπορώ να πω ότι σωστά την έχουν διαλέξει
».



«Τότε, εκεί ανάμεσα στα πεύκα που περιβάλλουν την Παναγία Χαλκέων, παρατήρησα ομάδες γύφτων, αλλά όχι μόνο γύφτων, που αγνάντευαν με βουλιμία προς τη γειτονιά μας. Για την ώρα όμως δεν τολμούσαν να πλησιάσουν γιατί υπήρχαν οι σκοποί. Ήταν, βέβαια ειδοποιημένοι και προφανώς κάπως έμπειροι από άλλα μαζέματα Εβραίων, σε άλλες γειτονιές, που είχαν γίνει τις προηγούμενες μέρες, αλλά εμείς δεν τα πήραμε είδηση. […] Το μεσημέρι γυρίζοντας άρχισα, μόλις ξαναβρέθηκα στην περιοχή της μεγάλης πλατείας, να ξαναμπαίνω στο κλίμα. Όσο πλησίαζα τόσο καταλάβαινα, ότι είχε γίνει διαρπαγή – γιάγμα. Άλλωστε, κάτι τελευταίοι κακομοίρηδες ακόμη σέρναν μπαούλα και ντιβάνια και αδειανά συρτάρια μέσα στα χώματα. Και κάτι χοντρούς τόμους βιβλίων δερματόδετους.
Στο σπίτι μας η εξώπορτα διπλανοιγμένη, παραγεμίσματα από στρώματα, χαρτιά και σκουπίδια στις σκάλες. Το διαμέρισμα των Εβραίων ορθάνοιχτο και σαφώς λεηλατημένο. Δεν είχε σχεδόν τίποτα μέσα.
[…] Από ψηλά, από την πίσω μεριά του σπιτιού, βλέπαμε από την πρώτη μέρα κιόλας το εξής φαινόμενο: Είχαν ανοίξει τα εβραίικα μαγαζιά από πίσω και τα άδειαζαν. Δηλαδή διάφοροι κάτοικοι της οδού Κλεισούρας άδειαζαν τα μαγαζιά της Ιουστινιανού. Και έβλεπες κρεβάτια, μπουφέδες, ντουλάπες, καναπέδες, κομοδίνα, να ανεβαίνουν με σκοινιά σε δεύτερα και τρίτα πατώματα, που βέβαια δεν φαίνονταν από το δρόμο. Όλα αυτά μέσα σε φοβερή βιασύνη και σε αγωνιώδεις κινήσεις. Σε λίγες μέρες, οι Γερμανοί μοίρασαν τα μαγαζιά σε διάφορους τύπους, που ίσως μπορεί να φαντασθεί κανείς πώς τους διάλεξαν. Αλλά τα μαγαζιά βρέθηκαν άδεια και αυτό ήταν μια καλή, αν και η μόνη, τιμωρία τους».



«Ο πατέρας μου ήταν μηχανοδηγός, οδηγούσε τραίνα. […] Ένα βράδυ, αργά, γύρισε ιδιαίτερα φαρμακωμένος. Είχε οδηγήσει ένα τραίνο με Εβραίους μέχρι τη Νις. “Μεγάλο κακό γίνεται με τους Εβραίους”, έλεγε. “Τους πηγαίνουν με εμπορικά βαγόνια κατάκλειστα, χωρίς τροφή και νερό. Ακόμα και χωρίς αέρα. Οι Γερμανοί μας αναγκάζουν να σταματούμε το τραίνο μέσα στις ερημιές, για να γίνει το ξάφρισμα. Μέσα από τα βαγόνια κλωτσάνε και φωνάζουν. Δεν είναι μόνο για νερό και αέρα, αλλά και για να βγάλουν τους πεθαμένους. Έβγαλαν από ένα βαγόνι ένα παιδάκι σαν τον Λάκη μας”, είπε και χάιδεψε τον αδελφό μου. Απάνω σ’ αυτό τον έπιασαν τα κλάματα. Τρανταχτά κλάματα με λυγμούς».

Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2014

12 Οκτωβρίου 1944 - Η απελευθέρωση της Αθήνας από την Κατοχή

Την Κυριακή 12 Οκτωβρίου συμπληρώνονται εβδομήντα χρόνια φέτος από την απελευθέρωση της Αθήνας από τη γερμανική κατοχή. Η 12η Οκτωβρίου του 1944 καταγράφεται στη σύγχρονη ελληνική ιστορία ως μέρα ένδοξη, σήμα ορόσημο για τους ηρωικούς αγώνες αυτού του τόπου για ελευθερία.
Παρακάτω ακολουθεί ένα σπάνιο φιλμ της Φίνος Φιλμ για την απελευθέρωση της Αθήνας: 

Σάββατο 11 Οκτωβρίου 2014

Liga Terezin




[Αναδημοίευση από την ιστοσελίδα http://popaganda.gr/liga-terezin/ στις 30.101.2014]

Παίζοντας ποδόσφαιρο υπό τα βλέμματα των Ναζί


Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Αγριότητες, βία ολοκαυτώματα και θηριωδίες των Ναζί. Το Theresienstadt ήταν ένα από τα πιο γνωστά στρατόπεδα συγκέντρωσης, που αναφέρεται επίσης ως γκέτο Theresienstadt. Ιδρύθηκε από την SS, κατά τη διάρκεια του πολέμου, στο φρούριο της  πόλης της Terezín (γερμανικό όνομα Theresienstadt), που βρίσκεται στη σημερινή Τσεχική Δημοκρατία. Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους εκεί, μερικοί δολοφονήθηκαν και άλλοι πέθαναν από υποσιτισμό και βαριές ασθένειες. Περισσότερα από 150.000 άτομα (συμπεριλαμβανομένων δεκάδων χιλιάδων παιδιών) κρατήθηκαν εκεί για μήνες ή και χρόνια, προτού αποσταλούν με τρένα για εκτέλεση στα στρατόπεδα εξόντωσης της Τρεμπλίνκα και του Άουσβιτς στην κατεχόμενη Πολωνία, καθώς και σε μικρότερα στρατόπεδα αλλού.

Το “LIGA Terezín” είναι ένα ντοκιμαντέρ 52 λεπτών που αφηγείται την απίστευτη ιστορία του πρωταθλήματος ποδοσφαίρου που πραγματοποιήθηκε στο γκέτο Theresienstadt, 40 μίλια βορειοδυτικά της Πράγας. Από το 1942-1944, Εβραίοι κρατούμενοι έπαιξαν εκατοντάδες αγώνες ποδοσφαίρου σε αυτοσχέδια γήπεδα που είχαν φτιαχτεί στις αυλές των στρατώνων που ζούσαν. Χιλιάδες θεατές παρακολουθούσαν ένα μίγμα επαγγελματιών και  ερασιτεχνών παικτών να παίζουν μπάλα και προς στιγμήν να ξεφεύγει το μυαλό τους από την ζοφερή πραγματικότητα και το φοβερό δράμα τους: την πείνα, την αρρώστια και εν τέλει το θάνατο. Το ποδόσφαιρο ήταν το αντίδοτο στο πέπλο του φόβου των μεταφορών με τρένα, που θα έστελνε εκατοντάδες κρατούμενους στην εκτέλεση, και στο ντοκιμαντέρ μιλάνε επιζώντες Εβραίοι από το συγκεκριμένο στρατόπεδο συγκέντρωσης οι οποίοι έχουν κλοτσήσει μπάλα στα γήπεδα των αυλών του Γκέτο.

Το ντοκιμαντέρ συνοδεύεται από σκηνές από εκείνη την περίοδο και στιγμιότυπα από τους ποδοσφαιρικούς αγώνες, αφού οι Ναζί κινηματογραφούσαν τις συγκεκριμένες αθλοπαιδιές φτιάχνοντας ένα προπαγανδιστικό φιλμ για να στηρίξουν τη θεωρία πως στους χώρους κράτησης επικρατούσαν υπέροχες συνθήκες που βασίζονταν μεταξύ άλλων σε αθλητικές και πολιτιστικές δραστηριότητες προς ευχαρίστηση των κρατουμένων.