Δευτέρα 7 Απριλίου 2014

Τα στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Dachau - Από το βιβλίο «Στην Ευρώπη. Ταξίδια στον 20ό αιώνα» του Χέιρτ Μακ



Από το βιβλίο του Χέιρτ Μακ, «Στην Ευρώπη. Ταξίδια στον 20ό αιώνα», Αθήνα: Μεταίχμιο 2007, σ. 250-252



Στην Ευρώπη υπάρχει, ξεκινώντας από την Ολλανδία, περνώντας από το Φρίτσλαντ και τη Δανία και φτάνοντας στην Αυστρία, ένα τεράστιο λοξό τρίγωνο τάξης· και καθαριότητας. Τώρα οδηγώ κατά μήκος της νότιας πλευράς αυτής της περιοχής, περνώντας από το ένα βαυαρικό χωριουδάκι στο άλλο, μέσα από ένα τοπίο με πράσινα λιβάδια και απαλές πλαγιές, πού και πού και μια εκκλησούλα. Ο Θεός που κυβερνάει αυτό το ουράνιο κομματάκι της Ευρώπης αγαπά την πειθαρχία· ούτε ένα μονοπάτι που να μην έχει τσουγκρανιστεί, ούτε ένα σπίτι που να μην ορθώνεται ολόφρεσκο και σταθερό, ούτε μία πελούζα που να μην έχει κουρευτεί και χτενιστεί. Περνάω από το Άιχστετ και το Μαρκ Ίντερσντορφ, και βρίσκομαι ξαφνικά μπροστά στην έξοδο για το Νταχάου, μια ακόμη τακτική κωμόπολη. Είναι λιγάκι κολλημένο στο Μόναχο, όπως το Σχιντάμ στο Ρότερνταμ.

Το στρατόπεδο συγκέντρωσης αποδεικνύεται ότι είναι ένα συνηθισμένο τμήμα της βιομηχανικής ζώνης, πράγμα που ποτέ δεν προσπάθησαν να το κρύψουν άλλωστε, και ότι ανήκε στην επιχειρηματική ζωή της πόλης. Όταν κατασκευάστηκε, η Dachauer Zeitung μίλησε για μια νέα «ελπίδα στην οικονομική ζωή του Νταχάου», μια «οικονομική καμπή» και την αρχή ευτυχισμένων ημερών για την κωμόπολη. Λίγο αργότερα αποδείχτηκε ότι οι πρώτοι δώδεκα κρατούμενοι είχαν πεθάνει. Η εφημερίδα ανέφερε ότι οι φύλακες είχαν ενεργήσει «από αυτοάμυνα» και ότι τα θύματα «έτσι κι αλλιώς είχαν σαδιστικές τάσεις».

Τώρα, περίπου εξήντα έξι χρόνια αργότερα, ο τοπικός Τύπος δημοσιεύει ρεπορτάζ για μια συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου του Βάκιρχεν, ένα χωριό νότια του Μονάχου. Αρχές Μαΐου εορτάζεται εκεί η μνήμη των λεγόμενων πορειών θανάτου από το Νταχάου, στη διάρκεια των οποίων λίγο πριν από την απελευθέρωση ένας μεγάλος αριθμός κρατουμένων έχασε ακόμη τη ζωή του. Σ’ αυτή την τελετή έχουν προσκληθεί και μερικοί πρώην κρατούμενοι του στρατοπέδου. Ο δήμος απέρριψε την αίτηση να πληρώσει τα έξοδα της διαμονής τους. «Ήδη διαθέσαμε ένα μεγάλο δημοτικό οικόπεδο για την ανέγερση ενός μνημείου» λέει ο δήμαρχος Πέτερ Φίνγκερ «και επιπλέον πρέπει να φυτέψουμε και παραπάνω παρτέρια με λουλούδια για αυτή την τελετή».

Το Νταχάου αντιμετωπίζει τα υπολείμματα του στρατοπέδου κυρίως ως πρόβλημα δημοσίων σχέσεων. Πουθενά δε βλέπεις εδώ ονόματα ευρωπαϊκών αδελφών πόλεων, ενώ στην υπόλοιπη Ευρώπη τα βρίσκεις διαρκώς μπροστά σου. Κανείς δε θέλει να είναι φίλος με αυτή την πόλη.

Τη δεκαετία του πενήντα έγιναν επανειλημμένως προσπάθειες να κατεδαφιστεί το συγκρότημα, και η πρώτη προσωρινή έκθεση απομακρύνθηκε μάλιστα από την αστυνομία. Σύμφωνα με τον τότε δήμαρχο –κατά τη διάρκεια του πολέμου ήταν αντιδήμαρχος– η αναστάτωση που προκλήθηκε ήταν απολύτως υπερβολική· στο στρατόπεδο διέμεναν ως επί το πλείστον κοινοί κακοποιοί και «πολιτικοί ταραξίες». Τώρα υπάρχουν στην έξοδο του στρατοπέδου μεγάλες πινακίδες που εφιστούν την προσοχή του επισκέπτη στα πραγματικά θέλγητρα του Νταχάου: μια ωραία εκκλησία, ένα παλιό κάστρο και ευχάριστα εστιατόρια.

Σήμερα ακόμη και οι ήχοι είναι διαφορετικοί. «Κατά πάσα πιθανότητα, είμαι ο μόνος από εσάς που έχει δει στ’ αλήθεια τις πορείες θανάτου και τους αποστεωμένους κρατούμενους του στρατοπέδου, με τα λινά ρούχα και τα ξύλινα παπούτσια τους» είπε ο Μίχαελ Μάερ, δημοτικός σύμβουλος από το Βάκιρχεν για το γερμανικό Σοσιαλιστικό Κόμμα. Και ο Ζεπ Γκαστ της Χριστιανοσοσιαλιστικής Ένωσης φάνηκε μάλιστα συναισθηματικά φορτισμένος: ο πατέρας του είχε φυλακιστεί στο Νταχάου. Τώρα αυτοί οι δύο ανακοίνωσαν ότι θα πληρώσουν από την τσέπη τους ένα μέρος των εξόδων για τους προσκεκλημένους.

Όποιος εισέρχεται στο συγκρότημα του στρατοπέδου φτάνει σε έναν τεράστιο εσωτερικό χώρο που περιβάλλεται από ένα τετράγωνο με παράγκες. Το σύνολο, με τη σημερινή του μορφή, μπορεί να συγκριθεί με ένα κέντρο κοινωνικής εκπαίδευσης, ένα μουσείο που ξεφυλλίζεις σαν βιβλίο, ένα χρήσιμο νωπό μάθημα ιστορίας, απ’ όπου εκ πρώτης όψεως κάθε ίχνος θανάτου και μπόχας έχει πια σβηστεί.

Βλέπω το ξύλινο ικρίωμα. Έχει την αναμενόμενη φθορά ενός εργαλείου, γδαρσίματα και τριμμένα σημεία στο ξύλο, βαθουλώματα στο σκαμνάκι. Στις αίθουσες βλέπεις τις γνώριμες εικόνες: την πείνα, τις εκτελέσεις, τα λεγόμενα πειράματα ύψους. Μια σειρά φωτογραφίες: ένας άντρας τοποθετείται σε μια μικρή καμπίνα, ένα ζωηρό πρόσωπο, σκούρα μάτια, Γάλλος ίσως; Τότε μειώνεται ή αυξάνεται η ατμοσφαιρική πίεση. Τον βλέπεις να τρομάζει, να πιάνει το κεφάλι του. Ύστερα λιποθυμάει. Η πίεση επαναφέρεται στο κανονικό. Νέα συνεδρία. Τελικά ο άντρας πεθαίνει. Η τελευταία φωτογραφία: το κρανίο ανοιγμένο. Σε άλλα πειράματα εξέταζαν για πόσο διάστημα κάποιος μπορούσε να αντέξει μέσα σε παγωμένο νερό. Έπειτα από μια μέρα ορισμένοι ζούσαν ακόμη. Σε άλλους κρατούμενους πάλι εκτελούνταν παρακεντήσεις ήπατος. Χωρίς αναισθησία.

Στον τοίχο του στρατοπέδου κρέμεται μια επιστολή απευθυνόμενη προς τη διοίκηση του στρατοπέδου από το δρα Ζίγκμουντ Ράσερ, Τρόγκερ Στράσε 56, Μόναχο, με ημερομηνία 16 Απριλίου του 1942: «Επανέφερα στη ζωή τον τελευταίο ασθενή του πειράματος, ονόματι Βάγκνερ, ο οποίος είχε πάψει να αναπνέει έπειτα από αύξηση της ατμοσφαιρικής πίεσης. Επειδή ο ασθενής Β. προοριζόταν για ένα τελικό πείραμα, επειδή περεταίρω πειράματα δεν υπόσχονταν νέα αποτελέσματα και επειδή επιπλέον εκείνη τη στιγμή η επιστολή σας δεν βρισκόταν ακόμη στα χέρια μου, ξεκίνησα αμέσως ένα νέο πείραμα, στη διάρκεια του οποίου ο ασθενής Β. υπέκυψε». Τώρα ο Ράσερ είχε μια θερμή παράκληση: μήπως θα μπορούσε να φωτογραφίσει στο στρατόπεδο τα ευρήματα της αυτοψίας «ώστε να μπορέσω να αποτυπώσω τη σπάνια δομή μιας πολλαπλής πνευμονικής εμβολής;».   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου